"Τι μου δίνει αξία, πώς εξασφαλίζω την επιβίωσή μου, πώς συνδέομαι με τον
κόσμο γύρω μου. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δίνονται προσωπικά
και συλλογικά, όταν αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ζούμε και τον
τρόπο με τον οποίο η ζωή, εμείς και οι άλλοι αποκτούμε αξία."
«Η απελπισία δεν διαθέτει φτερά, δεν κάθεται απαραιτήτως σε ένα ξεστρωμένο τραπέζι, σε μια βεράντα, στην ακροθαλασσιά [...] Γνωρίζω σε γενικές γραμμές την απελπισία με μακριές λεπτές εκπλήξεις, την απελπισία της υπερηφάνειας, την απελπισία της οργής [...] Σε γενικές γραμμές η απελπισία δεν έχει καμία σημασία. Είναι μια αγγαρεία από δέντρα που πάνε πάλι να σχηματίσουν ένα δάσος, είναι μια αγγαρεία από αστέρια που πάνε πάλι να δημιουργήσουν μια μέρα λιγότερη, είναι μια αγγαρεία από όλο και λιγότερες μέρες που πάνε πάλι να αποτελέσουν τη ζωή μου».
Αντρέ Μπρετόν, «Γαιόφως και άλλα ποιήματα»
Το χαρακτηρίζουν πανδημία. Είναι το μεγαλύτερο παράδοξο και το πιο δύσκολο να ερμηνευθεί. Η ανεργία, η δουλειά-λάστιχο, η μαύρη εργασία, όλα αυτά είναι απολύτως κατανοητά κι εξηγήσιμα σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης και με πολιτικές λιτότητας και νεοφιλελευθερισμού.
Τι είναι αυτό που κάνει 1.200.000 εργαζομένους, που δεν πληρώνονται από τα αφεντικά τους, να εξακολουθούν να παρέχουν την εργασία τους κάθε μέρα;
Η απλήρωτη εργασία έχει μετατραπεί σε νέα κανονικότητα κι είναι ίσως η ουσιωδέστερη α-συνέχεια του κόσμου, όπως τον ξέραμε επί δεκαετίες: ο εργαζόμενος παρέχει εργατική δύναμη και σε αντάλλαγμα παίρνει μισθό.
Τώρα πια όμως είμαστε αντιμέτωποι μ’ ένα νέο φαινόμενο, παράδοξο μεν, αλλά μέρος της νέα κανονικότητας εκτάκτου ανάγκης: την άμισθη σκλαβιά.
Εχουμε γίνει η πολιτεία που περιγράφει ο Αζίζ Νεσίν: «Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε. Φτιάξαμε τον σύλλογο του “σώπα” και μαζευτήκαμε πολλοί, μια πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!».
Οχι μόνο πια δεν εξεγειρόμαστε για την ανεργία, αλλά και θεωρούμε κανονικό το να μην πληρωνόμαστε, όταν εργαζόμαστε.
Το νούμερο είναι εξωπραγματικό: ένα εκατομμύριο (1.000.000) είναι οι απλήρωτοι εργαζόμενοι, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, στους 1.200.000 τούς ανεβάζει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ. Τα 2/3 όσων έχουν ακόμα δουλειά στον ιδιωτικό τομέα πληρώνονται με καθυστέρηση.
Τα αφεντικά έχουν προσχωρήσει μαζικά στο κίνημα «δεν πληρώνω»: περίπου δύο στις τρεις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
Ετσι, ο ένας μήνας χωρίς αμοιβή δεν θεωρείται πια καν καθυστέρηση, ο μέσος χρόνος απληρωσιάς είναι οι πέντε μήνες, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα αφεντικά μπορεί και να μην πληρώνουν ακόμα και επί δύο χρόνια.
Μια απλή αναζήτηση στο google με τον όρο «απλήρωτοι εργαζόμενοι» δίνει 396.000 αποτελέσματα σε 0,40 δευτερόλεπτα και μια ατελείωτη λίστα: από τον «Αγγελιοφόρο» μέχρι το ΙΓΜΕ, από το Μέγαρο Μουσικής μέχρι μεγάλα ξενοδοχεία, από το Πάρκο Τρίτση μέχρι τους εργαζομένους σε πτηνοτροφεία, από το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο μέχρι το μπακάλικο της γειτονιάς σου.
Ακόμη και τα κόμματα, που δηλώνουν πως θέλουν να σώσουν τον τόπο από τη μάστιγα της ανεργίας, έχουν καθυστερήσει κατά περιόδους την πληρωμή των εργαζομένων τους –κι αυτό ισχύει και για τη Νέα Δημοκρατία και για το ΠΑΣΟΚ και για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μέχρι και οι εργαζόμενοι του Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, που λειτουργεί υπό την αιγίδα της ΓΣΕΕ, βρέθηκαν απλήρωτοι από 3 έως 6 μήνες!
«Πρόκειται για επιδημία τα τελευταία πέντε χρόνια», μας λέει η Μαργετίνα Στεφανάτου, μάχιμη δικηγόρος κι εξαιρετικά έμπειρη στα εργατικά. «Το ‘’φαινόμενο’’ εμφανίστηκε αρχικά με τη μορφή της πολύμηνης καθυστέρησης μισθοδοσίας. Σταδιακά -και δη τα τελευταία 2-3 χρόνια- υπάρχουν εργαζόμενοι που δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται καθόλου πάνω από 5-6 μήνες, μέχρι και 10-12 μήνες.
»Το ‘’φαινόμενο’’ δεν αφορά μόνο τον ιδιωτικό τομέα, αλλά εμφανίζεται συχνά και σε επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και σε αναπτυξιακές εταιρείες δήμων ή εταιρείες που δουλεύουν με προγράμματα ΕΣΠΑ κ.λπ. Το ‘’φαινόμενο’’ πολλές φορές αιτιολογείται και δικαιολογείται λόγω της υστέρησης και εν τέλει της στάσης πληρωμών εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου, γεγονός πραγματικό που έχει φέρει σε οικονομικό αδιέξοδο πολλές επιχειρήσεις του ιδιωτικού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα».
Υπάρχουν κι άλλες κατηγορίες στη στρατιά των απλήρωτων, όπως μας εξηγεί η νομικός Μαρίλη Ζαλαώρα, που εργάζεται στη ΓΣΕΕ:
«Υπάρχουν εργαζόμενοι, θύματα μιας συχνά προσχηματικής κι ανειλικρινούς εργοδοτικής συμπεριφοράς που έχουν να πληρωθούν κανονικά ακόμα και περισσότερο από τρία χρόνια, ζώντας με τα “έναντι”. Παράλληλα με αυτούς συμπορεύεται μια ακόμα κατηγορία απλήρωτων εργαζομένων, εκείνη των “δοκιμαστικών” υπαλλήλων, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμα από τον εργοδότη κι αντικαθίστανται αμέσως μετά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, χωρίς να λάβουν την παραμικρή αμοιβή.
»Πρόκειται επομένως για κατ’ όνομα εργαζομένους, αλλά στην πραγματικότητα για κατ’ ουσία ανέργους. Καμιά στατιστική δεν ασχολείται μαζί τους ενώ εκείνοι, συνεχώς αυξανόμενοι, εξακολουθούν να ακροβατούν στωικά στο τεντωμένο σκοινί μιας ιδιότυπης ομηρίας».
«Οι απλήρωτοι εργαζόμενοι αποτελούν “sui generis” κατηγορία: ενώ αναγκάζονται να παρέχουν τις υπηρεσίες τους με τους ίδιους ή και σκληρότερους όρους, δεν απολαμβάνουν το αυτονόητο αντίτιμο της εργασίας τους. Ενώ δεν είναι τυπικώς άνεργοι, βρίσκονται όμηροι σε επιχειρήσεις και διαβιούν χειρότερα από τους ανέργους, αφού δεν δικαιούνται ούτε κι αυτό το γλίσχρο επίδομα ανεργίας.
»Είναι οι σύγχρονοι δούλοι, που υπομένουν στωικά ως αναγκαία κατάσταση τα έναντι-ψίχουλα, που “βάζουν πλάτη” για τη “διάσωση” της επιχείρησης, για να μη χαθούν ολότελα οι θέσεις εργασίας. Κι έτσι “επιχορηγούν” τις επιχειρήσεις, στις οποίες εργάζονται, με τους “βερεσέ” μισθούς τους.
»Με τη συνέργεια του κράτους, μέσω των συνεχών μειώσεων του μισθολογικού και συνταξιοδοτικού κόστους, των κοινωνικών παροχών και της συστηματικής καθιέρωσης της απλήρωτης εργασίας, πραγματοποιείται μια γιγαντιαία μεταφορά εισοδήματος από τους εργαζομένους και τα ασφαλιστικά ταμεία προς τις επιχειρήσεις, σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου».
Σε... κρίση πολύ πριν από την κρίση, οι εργαζόμενοι του Τύπου ήταν τα πρώτα θύματα της «ευελιξίας» που έφερε ο Κώστας Σημίτης, όταν έχτιζε τον μύθο της ισχυρής Ελλάδας και κατεδάφιζε, ακολουθώντας τα βήματα Σρέντερ, τα εργασιακά δικαιώματα.
Αργότερα, όταν η χώρα μπήκε (και επισήμως) σε κρίση, οι βαρονίες του Τύπου άρχισαν να κλυδωνίζονται: η αρχή έγινε με το λουκέτο που έβαλε εν μιά νυκτί η Γιάννα Αγγελοπούλου στον «Ελεύθερο Τύπο».
Στη συνέχεια βυθίστηκε αύτανδρο το «Αλτερ» κι ακολούθησε το ναυάγιο της «Ελευθεροτυπίας». Ακολούθησαν μαζικές απολύσεις, ατομικές συμβάσεις και ο χώρος του Τύπου γέμισε γαλέρες.
Ο μισθός στον μαγικό κόσμο των ΜΜΕ κατάντησε μαγική εικόνα ή -αλλιώς- «μια πονεμένη ιστορία», όπως μας λέει συνάδελφος που εργάζεται στον «Ελεύθερο Τύπο», απλήρωτος εδώ κι 9 μήνες: «Από το 2012 μέχρι σήμερα οι εκδότες έχουν κάνει τρεις... εθελούσιες και δύο μειώσεις μισθών.
Ηδη ετοιμάζονται για την τρίτη. Κάθε φορά μάς έλεγαν τα ίδια πράγματα: “Δεν θα υπάρξουν άλλες μειώσεις. Ετσι κατοχυρώνετε τις θέσεις εργασίας και δεν θα κάνουμε απολύσεις. Θα πληρώνεστε κανονικά”. Το 2013 είχαμε μπει ήδη δυόμισι μήνες μέσα. Το 2014 νέα μείωση μισθών με τα ίδια επιχειρήματα. Τη μια φταίει η πολιτική κατάσταση, την άλλη η διαπραγμάτευση, την τρίτη τα capital controls. Φτάσαμε να πληρωνόμαστε, όποτε οι εργοδότες θυμούνται.
»Κι όταν γίνεται αυτό το... θαύμα, ο μισθός δεν ξεπερνάει τα 400 ευρώ. Υπάρχουν συνάδελφοι που δεν έχουν στο πορτοφόλι τους ούτε ένα ευρώ για βενζίνη. Οι περισσότεροι δεν πληρώνουν τους λογαριασμούς τους στις τράπεζες, στις ΔΕΚΟ, σε όσους τέλος πάντων χρωστάνε. Τώρα οι εκδότες ετοιμάζουν... καινούργιες μειώσεις μισθών, φαντάζομαι με τα ίδια επιχειρήματα. Πέρασαν πάνω από δύο χρόνια από τότε που πήραμε για τελευταία φορά ολόκληρο μισθό. Μάλλον θα περιμένουμε πολύ. Εκτός αν τα 400 ευρώ τα λες ολόκληρο μισθό»...
Η Μαργαρίτα είναι γραμματέας της Ενωσης Λυρικών Πρωταγωνιστών και μέλος του Δ.Σ. της Ομοσπονδίας Θεάματος Ακροάματος –εξ ου και τολμά να μιλήσει επωνύμως:
«Στην αρχή της κρίσης (η οποία φαίνεται τελικά να παίρνει διαστάσεις Νέας Τάξης Πραγμάτων) νόμιζα ότι εμείς οι ελεύθεροι επαγγελματίες του πολιτισμού θα τη βιώναμε πιο εύκολα από τους άλλους: η οικονομική αστάθεια είναι μέρος της δουλειάς.
»Μετά γνωρίστηκα με τον νεοφιλελευθερισμό. Χωρίς ΣΣΕ, τι να διεκδικήσεις; Η αγορά καθορίζει την τιμή. Με τόση ανεργία, λοιπόν, οι τιμές έπεσαν στο επίπεδο ενός καλού φιλοδωρήματος. Και δεν είναι μόνο η ανεργία, ο καλλιτέχνης θέλει να πατήσει στη σκηνή, ποια αγορά δεν θα εκμεταλλευόταν αυτή την ανάγκη; Εβλεπες παντού αγγελίες για εθελοντές. Και πάντα έβρισκαν.
»Ταυτόχρονα μας επέβαλλαν έναν άλλον, ακούσιο εθελοντισμό: το Μέγαρο μας χρωστάει από το 2012. Η Λυρική χρωστάει έως κι έναν χρόνο στους εξωτερικούς της συνεργάτες (εξαιρούνται οι ξένοι κι ελάχιστοι Ελληνες...), για τους δήμους να μη μιλήσω καλύτερα.
»Οταν είμαι στις καλές μου, το παίρνω χαλαρά: η μποέμικη ζωή του καλλιτέχνη δικαιώνεται μέσα από την αφραγκία. Μετά, όμως, γυρίζω σπίτι και βλέπω έναν λογαριασμό, η μικρή θέλει λεφτά για την εκδρομή του σχολείου και η μποέμικη ελευθερία εξαερώνεται μέσα στον καταναγκασμό της αναγκαιότητας. Αδιέξοδο».
•Το φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας πλήττει κυρίως τον κλάδο του τουρισμού και επισιτισμού, της καθαριότητας, των εταιρειών φύλαξης, τον χώρο των ΜΜΕ (εφημερίδες-ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί), τις ιδιωτικές κλινικές, τη ναυτιλία, τις κατασκευές, το λιανεμπόριο.
Πρόκειται για τους ίδιους κλάδους που εμφανίζουν θλιβερή πρωτιά στην παραβατικότητα της εργατικής νομοθεσίας, ενώ ταυτόχρονα υπέστησαν τις μεγαλύτερες μειώσεις στις κατώτατες συμβατικές πραγματικές αποδοχές τους.
2/3 επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
550.000 εταιρείες (μικρομεσαίες και μεγάλες) πληρώνουν με έναντι, καταγράφοντας καθυστέρηση στην καταβολή των δεδουλευμένων τους από έναν έως και... 24 μήνες!
200% αυξήθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που πληρώνουν με έναντι από το 2012 μέχρι σήμερα!
2014 χρονιά-ορόσημο, καθώς διπλασιάστηκαν τόσο ο αριθμός των εργαζομένων όσο και οι μήνες στην καθυστέρηση πληρωμής.
1.000.000 εργαζόμενοι δεν πληρώνονται επίδομα άδειας, χιλιάδες εργαζόμενοι πληρώνονται το δώρο Χριστουγέννων ή Πάσχα σε είδος (κουπόνια για τρόφιμα ή καύσιμα).
1.000.000 είναι οι «αόρατοι»: εργάζονται ανασφάλιστοι ή εργάζονται ως μισθωτοί, αλλά αμείβονται με μπλοκάκι ελεύθερου επαγγελματία ή εργάζονται με πλήρες ωράριο, δηλώνονται όμως ως μερικώς απασχολούμενοι.
•Στοιχεία από τη μελέτη «Η απλήρωτη εργασία στα χρόνια των Μνημονίων και της Κρίσης» της νομικού και επιστημονικής συνεργάτιδας της κ. Κούνεβα, Σοφίας Παπαοικονόμου
«Προτιμούν να διατηρούν μια “δουλειά”, όπου δεν εισπράττουν τίποτα, παρά να πέσουν στη χοάνη της μακροχρόνιας ανεργίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις τελικά πτωχεύουν, οπότε και άνεργοι και απλήρωτοι παραμένουν».
Υπάρχουν κι άλλοι, βαθύτεροι λόγοι που εξηγούν την απλήρωτη εργασία, όπως μας εξηγεί η δρ Κοινωνικής Ψυχολογίας, Αλεξάνδρα Βασιλείου:
«Η εργασία υπηρετεί διαφορετικές ανθρώπινες ανάγκες ταυτόχρονα. Πρώτη μπορεί να μοιάζει η ανάγκη για επιβίωση, αλλά εξίσου σημαντική και η ανάγκη του ανθρώπου να νιώθει χρήσιμος και συνδεδεμένος με την κοινωνία. Αν χάσει τη δουλειά του, χάνει κι αυτή την αίσθηση αξίας και σύνδεσης. Χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν στον χώρο εργασίας τους απλήρωτοι, ακόμη κι όταν ξέρουν ότι οι πιθανότητες να πληρωθούν τα δεδουλευμένα τους είναι απειροελάχιστες έως μηδενικές.
»Αυτό συνδέεται άμεσα με την ανεργία, άρα και με την απώλεια ελπίδας ότι θα βρουν κάτι καλύτερο. Καλύτερα εν ενεργεία και απλήρωτος, παρά αφημένος στην απελπισία της ανεργίας. Καλύτερα “έξω στον κόσμο” κι ενεργός, παρά στο σπίτι μόνος κι απελπισμένος. Από τη μια, ο φόβος για την απελπισία της ανεργίας, από την άλλη η ματαίωση γύρω από κοινωνικούς αγώνες, ότι μπορεί να είναι έστω και ελάχιστα αποτελεσματικοί. Αυτά δημιουργούν ψυχολογική παράλυση.
»Μένοντας απλήρωτος, ο εργαζόμενος αποδέχεται εργασιακές συνθήκες που δεν φανταζόμασταν πριν από λίγα χρόνια, αλλά κι ελπίζει για κάτι που δεν υπάρχει πια. Αν εγκαταλείψει την απλήρωτη εργασία, έχει να αντιμετωπίσει έναν μικρό θάνατο. Εχει να αποδεχτεί την ήττα στον αγώνα για εργασιακή αξιοπρέπεια και να αναθεωρήσει την πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζει.
»Χρειάζεται να αναρωτηθεί: Τι μου δίνει αξία, πώς εξασφαλίζω την επιβίωσή μου, πώς συνδέομαι με τον κόσμο γύρω μου. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δίνονται προσωπικά και συλλογικά, όταν αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ζούμε και τον τρόπο με τον οποίο η ζωή, εμείς και οι άλλοι αποκτούμε αξία».
Το πρώτο βήμα που κάνει ένας απλήρωτος εργαζόμενος είναι ή να καταφύγει στο σωματείο του ή να προσφύγει στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Το πώς θα αντιδράσει το σωματείο του εξαρτάται από το πόσο μαχητικό κι αποτελεσματικό είναι (τα παραδείγματα ποικίλλουν όσο και τα σωματεία, αν και ο μαχόμενος κι αποτελεσματικός συνδικαλισμός είναι μάλλον είδος σπάνιο και εν ανεπαρκεία).
Οι καταγγελίες στην Επιθεώρηση Εργασίας για καθυστέρηση ή μη καταβολή δεδουλευμένων από το 2008 έως το τέλος του 2013 αυξήθηκαν κατά 56%.
Σήμερα έξι στις δέκα καταγγελίες είναι από απλήρωτους. Το 2014 ερευνήθηκαν από το ΣΕΠΕ συνολικά 13.840 υποθέσεις μπαταχτσήδων εργοδοτών: 6.700 επιλύθηκαν, χωρίς να καταλήξουν στα δικαστήρια, κι οι εργοδότες πλήρωσαν συνολικά 15 εκατ. ευρώ.
Τα νούμερα αποδίδουν την πραγματική εικόνα; Μάλλον όχι, όπως μας εξηγεί η Μαρίλη Ζαλαώρα:
«Οι Επιθεωρήσεις Εργασίας αδυνατούν να βοηθήσουν ουσιαστικά τον εργαζόμενο, όπου τις περισσότερες φορές το μόνο κέρδος που αποκομίζει από την καταγγελία του είναι μια ανώφελη και αδιέξοδη στοχοποίηση. Ετσι, οι περισσότεροι απλήρωτοι αρνούνται πεισματικά να απευθυνθούν στις Επιθεωρήσεις Εργασίας ή τη Δικαιοσύνη, αντίθετα αποδέχονται με ακατανόητη (;) μοιρολατρία να ζουν με την ελπίδα ότι κάποτε η κατάσταση θα διορθωθεί.
»Η καθημερινή επαφή μας στο Κέντρο Πληροφόρησης της ΓΣΕΕ με τους απλήρωτους εργαζομένους δεν μας επιτρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Προσπαθώντας να βοηθήσουμε κυρίως στην ψυχολογική υποστήριξή τους κι αμήχανοι απέναντι στο μέγεθος του προβλήματος, αναρωτιόμαστε πόσο ουτοπικό είναι πλέον να επιμένουμε στο στερεοτυπικά χιλιοειπωμένο ευχολόγιο ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί θα πρέπει επιτέλους να κάνουν σωστά τη δουλειά τους».
Η ολομέτωπη επίθεση που δέχεται ο κόσμος της εργασίας αντανακλάται και στις δικαστικές διεκδικήσεις των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, όπως μας εξηγεί η νομικός Ευαγγελία Κουβέλη:
«Σήμερα κύρια διεκδίκηση αποτελεί το άλλοτε αυτονόητο: η καταβολή του μισθού για την προσφερόμενη εργασία. Το πλέγμα διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας προστατεύει θεωρητικά τους αναρίθμητους πλέον απλήρωτους εργαζομένους, οι οποίοι -εγκλωβισμένοι- εξακολουθούν να εργάζονται με την προσδοκία πληρωμής και την ελπίδα της μη απώλειας των κεκτημένων.
»Στην πράξη η θετική δικαστική έκβαση της “προσωπικής υπόθεσης” του εργαζομένου δεν συνιστά λύση του προβλήματος, καθώς αυτή συνοδεύεται από πολυδάπανη και μακρόχρονη μάχη για την είσπραξη των μισθών, αναζήτηση τρόπου εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης σε βάρος του πρώην εργοδότη και, συνήθως, αδυναμία είσπραξης.
»Πώς άλλωστε να καταφέρει να εισπράξει από έναν πρώην εργοδότη, ο οποίος είτε δεν δύναται να καταβάλει είτε οχυρώνεται πίσω από το “δικό του προστατευτικό νομικό πλέγμα”; Οταν οι εργοδότες είχαν κέρδη, ξεχνούσαν τους εργαζομένους. Σήμερα τους ζητούν να μοιραστούν τη ζημιά».
Η εμπειρία του κάνει τη μαρτυρία του εξαιρετικά σημαντική:
«Το φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές εκφάνσεις της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας και ταυτόχρονα μια αυτονόητη συνέπεια της καταστροφικής επίδρασης της ύφεσης και των μνημονιακών πολιτικών στην ελληνική οικονομία.
»Η διαπίστωση και ο κολασμός τέτοιων παραβατικών συμπεριφορών σε ελάχιστες περιπτώσεις μπορούν, εν τέλει, να αποβούν προς όφελος του αδύναμου πόλου της εργασιακής σχέσης. Οι διαστάσεις και η διακλαδικότητα του φαινομένου απαιτούν τη συμπερίληψη της αντιμετώπισής του στο πλαίσιο μιας εθνικής στρατηγικής επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας, με έμφαση στην προστασία/εξακολούθηση της απασχόλησης μέσα από σχήματα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, εργατικής-συνεργατικής επιχειρηματικής δραστηριότητας και πολιτικής αμφισβήτησης, τόσο του διευθυντικού δικαιώματος όσο και της απόλυτης προστασίας της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής».
ΠΗΓΗ: Η Εφημερίδα των Συντακτών
«Η απελπισία δεν διαθέτει φτερά, δεν κάθεται απαραιτήτως σε ένα ξεστρωμένο τραπέζι, σε μια βεράντα, στην ακροθαλασσιά [...] Γνωρίζω σε γενικές γραμμές την απελπισία με μακριές λεπτές εκπλήξεις, την απελπισία της υπερηφάνειας, την απελπισία της οργής [...] Σε γενικές γραμμές η απελπισία δεν έχει καμία σημασία. Είναι μια αγγαρεία από δέντρα που πάνε πάλι να σχηματίσουν ένα δάσος, είναι μια αγγαρεία από αστέρια που πάνε πάλι να δημιουργήσουν μια μέρα λιγότερη, είναι μια αγγαρεία από όλο και λιγότερες μέρες που πάνε πάλι να αποτελέσουν τη ζωή μου».
Αντρέ Μπρετόν, «Γαιόφως και άλλα ποιήματα»
Το χαρακτηρίζουν πανδημία. Είναι το μεγαλύτερο παράδοξο και το πιο δύσκολο να ερμηνευθεί. Η ανεργία, η δουλειά-λάστιχο, η μαύρη εργασία, όλα αυτά είναι απολύτως κατανοητά κι εξηγήσιμα σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης και με πολιτικές λιτότητας και νεοφιλελευθερισμού.
Τι είναι αυτό που κάνει 1.200.000 εργαζομένους, που δεν πληρώνονται από τα αφεντικά τους, να εξακολουθούν να παρέχουν την εργασία τους κάθε μέρα;
Η απλήρωτη εργασία έχει μετατραπεί σε νέα κανονικότητα κι είναι ίσως η ουσιωδέστερη α-συνέχεια του κόσμου, όπως τον ξέραμε επί δεκαετίες: ο εργαζόμενος παρέχει εργατική δύναμη και σε αντάλλαγμα παίρνει μισθό.
Τώρα πια όμως είμαστε αντιμέτωποι μ’ ένα νέο φαινόμενο, παράδοξο μεν, αλλά μέρος της νέα κανονικότητας εκτάκτου ανάγκης: την άμισθη σκλαβιά.
«Μουγκή» δύναμη
Στην Ελλάδα των Μνημονίων μιλάμε πολύ για την ανάπτυξη, λιγότερο για την ανεργία και καθόλου για την απλήρωτη εργασία.Εχουμε γίνει η πολιτεία που περιγράφει ο Αζίζ Νεσίν: «Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε. Φτιάξαμε τον σύλλογο του “σώπα” και μαζευτήκαμε πολλοί, μια πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!».
Οχι μόνο πια δεν εξεγειρόμαστε για την ανεργία, αλλά και θεωρούμε κανονικό το να μην πληρωνόμαστε, όταν εργαζόμαστε.
Το νούμερο είναι εξωπραγματικό: ένα εκατομμύριο (1.000.000) είναι οι απλήρωτοι εργαζόμενοι, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, στους 1.200.000 τούς ανεβάζει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ. Τα 2/3 όσων έχουν ακόμα δουλειά στον ιδιωτικό τομέα πληρώνονται με καθυστέρηση.
Τα αφεντικά έχουν προσχωρήσει μαζικά στο κίνημα «δεν πληρώνω»: περίπου δύο στις τρεις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
Ετσι, ο ένας μήνας χωρίς αμοιβή δεν θεωρείται πια καν καθυστέρηση, ο μέσος χρόνος απληρωσιάς είναι οι πέντε μήνες, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα αφεντικά μπορεί και να μην πληρώνουν ακόμα και επί δύο χρόνια.
Μια απλή αναζήτηση στο google με τον όρο «απλήρωτοι εργαζόμενοι» δίνει 396.000 αποτελέσματα σε 0,40 δευτερόλεπτα και μια ατελείωτη λίστα: από τον «Αγγελιοφόρο» μέχρι το ΙΓΜΕ, από το Μέγαρο Μουσικής μέχρι μεγάλα ξενοδοχεία, από το Πάρκο Τρίτση μέχρι τους εργαζομένους σε πτηνοτροφεία, από το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο μέχρι το μπακάλικο της γειτονιάς σου.
Ακόμη και τα κόμματα, που δηλώνουν πως θέλουν να σώσουν τον τόπο από τη μάστιγα της ανεργίας, έχουν καθυστερήσει κατά περιόδους την πληρωμή των εργαζομένων τους –κι αυτό ισχύει και για τη Νέα Δημοκρατία και για το ΠΑΣΟΚ και για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μέχρι και οι εργαζόμενοι του Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, που λειτουργεί υπό την αιγίδα της ΓΣΕΕ, βρέθηκαν απλήρωτοι από 3 έως 6 μήνες!
«Πρόκειται για επιδημία τα τελευταία πέντε χρόνια», μας λέει η Μαργετίνα Στεφανάτου, μάχιμη δικηγόρος κι εξαιρετικά έμπειρη στα εργατικά. «Το ‘’φαινόμενο’’ εμφανίστηκε αρχικά με τη μορφή της πολύμηνης καθυστέρησης μισθοδοσίας. Σταδιακά -και δη τα τελευταία 2-3 χρόνια- υπάρχουν εργαζόμενοι που δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται καθόλου πάνω από 5-6 μήνες, μέχρι και 10-12 μήνες.
»Το ‘’φαινόμενο’’ δεν αφορά μόνο τον ιδιωτικό τομέα, αλλά εμφανίζεται συχνά και σε επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και σε αναπτυξιακές εταιρείες δήμων ή εταιρείες που δουλεύουν με προγράμματα ΕΣΠΑ κ.λπ. Το ‘’φαινόμενο’’ πολλές φορές αιτιολογείται και δικαιολογείται λόγω της υστέρησης και εν τέλει της στάσης πληρωμών εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου, γεγονός πραγματικό που έχει φέρει σε οικονομικό αδιέξοδο πολλές επιχειρήσεις του ιδιωτικού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα».
Υπάρχουν κι άλλες κατηγορίες στη στρατιά των απλήρωτων, όπως μας εξηγεί η νομικός Μαρίλη Ζαλαώρα, που εργάζεται στη ΓΣΕΕ:
«Υπάρχουν εργαζόμενοι, θύματα μιας συχνά προσχηματικής κι ανειλικρινούς εργοδοτικής συμπεριφοράς που έχουν να πληρωθούν κανονικά ακόμα και περισσότερο από τρία χρόνια, ζώντας με τα “έναντι”. Παράλληλα με αυτούς συμπορεύεται μια ακόμα κατηγορία απλήρωτων εργαζομένων, εκείνη των “δοκιμαστικών” υπαλλήλων, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμα από τον εργοδότη κι αντικαθίστανται αμέσως μετά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, χωρίς να λάβουν την παραμικρή αμοιβή.
»Πρόκειται επομένως για κατ’ όνομα εργαζομένους, αλλά στην πραγματικότητα για κατ’ ουσία ανέργους. Καμιά στατιστική δεν ασχολείται μαζί τους ενώ εκείνοι, συνεχώς αυξανόμενοι, εξακολουθούν να ακροβατούν στωικά στο τεντωμένο σκοινί μιας ιδιότυπης ομηρίας».
Μια κατηγορία μόνοι τους
«Σύγχρονη δουλεία» χαρακτηρίζει την απλήρωτη εργασία η νομικός Σοφία Παπαοικονόμου στη μελέτη της «Η απλήρωτη εργασία στα χρόνια των Μνημονίων και της κρίσης»:«Οι απλήρωτοι εργαζόμενοι αποτελούν “sui generis” κατηγορία: ενώ αναγκάζονται να παρέχουν τις υπηρεσίες τους με τους ίδιους ή και σκληρότερους όρους, δεν απολαμβάνουν το αυτονόητο αντίτιμο της εργασίας τους. Ενώ δεν είναι τυπικώς άνεργοι, βρίσκονται όμηροι σε επιχειρήσεις και διαβιούν χειρότερα από τους ανέργους, αφού δεν δικαιούνται ούτε κι αυτό το γλίσχρο επίδομα ανεργίας.
»Είναι οι σύγχρονοι δούλοι, που υπομένουν στωικά ως αναγκαία κατάσταση τα έναντι-ψίχουλα, που “βάζουν πλάτη” για τη “διάσωση” της επιχείρησης, για να μη χαθούν ολότελα οι θέσεις εργασίας. Κι έτσι “επιχορηγούν” τις επιχειρήσεις, στις οποίες εργάζονται, με τους “βερεσέ” μισθούς τους.
»Με τη συνέργεια του κράτους, μέσω των συνεχών μειώσεων του μισθολογικού και συνταξιοδοτικού κόστους, των κοινωνικών παροχών και της συστηματικής καθιέρωσης της απλήρωτης εργασίας, πραγματοποιείται μια γιγαντιαία μεταφορά εισοδήματος από τους εργαζομένους και τα ασφαλιστικά ταμεία προς τις επιχειρήσεις, σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου».
Εργασιακές γαλέρες στα ΜΜΕ
Ο κλάδος των μέσων μαζικής ενημέρωσης είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, προκειμένου να αντιληφθεί κανείς τι έχει συμβεί στον κόσμο της εργασίας τα τελευταία χρόνια.Σε... κρίση πολύ πριν από την κρίση, οι εργαζόμενοι του Τύπου ήταν τα πρώτα θύματα της «ευελιξίας» που έφερε ο Κώστας Σημίτης, όταν έχτιζε τον μύθο της ισχυρής Ελλάδας και κατεδάφιζε, ακολουθώντας τα βήματα Σρέντερ, τα εργασιακά δικαιώματα.
Αργότερα, όταν η χώρα μπήκε (και επισήμως) σε κρίση, οι βαρονίες του Τύπου άρχισαν να κλυδωνίζονται: η αρχή έγινε με το λουκέτο που έβαλε εν μιά νυκτί η Γιάννα Αγγελοπούλου στον «Ελεύθερο Τύπο».
Στη συνέχεια βυθίστηκε αύτανδρο το «Αλτερ» κι ακολούθησε το ναυάγιο της «Ελευθεροτυπίας». Ακολούθησαν μαζικές απολύσεις, ατομικές συμβάσεις και ο χώρος του Τύπου γέμισε γαλέρες.
Ο μισθός στον μαγικό κόσμο των ΜΜΕ κατάντησε μαγική εικόνα ή -αλλιώς- «μια πονεμένη ιστορία», όπως μας λέει συνάδελφος που εργάζεται στον «Ελεύθερο Τύπο», απλήρωτος εδώ κι 9 μήνες: «Από το 2012 μέχρι σήμερα οι εκδότες έχουν κάνει τρεις... εθελούσιες και δύο μειώσεις μισθών.
Ηδη ετοιμάζονται για την τρίτη. Κάθε φορά μάς έλεγαν τα ίδια πράγματα: “Δεν θα υπάρξουν άλλες μειώσεις. Ετσι κατοχυρώνετε τις θέσεις εργασίας και δεν θα κάνουμε απολύσεις. Θα πληρώνεστε κανονικά”. Το 2013 είχαμε μπει ήδη δυόμισι μήνες μέσα. Το 2014 νέα μείωση μισθών με τα ίδια επιχειρήματα. Τη μια φταίει η πολιτική κατάσταση, την άλλη η διαπραγμάτευση, την τρίτη τα capital controls. Φτάσαμε να πληρωνόμαστε, όποτε οι εργοδότες θυμούνται.
»Κι όταν γίνεται αυτό το... θαύμα, ο μισθός δεν ξεπερνάει τα 400 ευρώ. Υπάρχουν συνάδελφοι που δεν έχουν στο πορτοφόλι τους ούτε ένα ευρώ για βενζίνη. Οι περισσότεροι δεν πληρώνουν τους λογαριασμούς τους στις τράπεζες, στις ΔΕΚΟ, σε όσους τέλος πάντων χρωστάνε. Τώρα οι εκδότες ετοιμάζουν... καινούργιες μειώσεις μισθών, φαντάζομαι με τα ίδια επιχειρήματα. Πέρασαν πάνω από δύο χρόνια από τότε που πήραμε για τελευταία φορά ολόκληρο μισθό. Μάλλον θα περιμένουμε πολύ. Εκτός αν τα 400 ευρώ τα λες ολόκληρο μισθό»...
Από το 2012!
Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου είναι μέτζο σοπράνο και συνεργάζεται με το Μέγαρο, που έχει να πληρώσει τους εργαζομένους από το 2012.Η Μαργαρίτα είναι γραμματέας της Ενωσης Λυρικών Πρωταγωνιστών και μέλος του Δ.Σ. της Ομοσπονδίας Θεάματος Ακροάματος –εξ ου και τολμά να μιλήσει επωνύμως:
«Στην αρχή της κρίσης (η οποία φαίνεται τελικά να παίρνει διαστάσεις Νέας Τάξης Πραγμάτων) νόμιζα ότι εμείς οι ελεύθεροι επαγγελματίες του πολιτισμού θα τη βιώναμε πιο εύκολα από τους άλλους: η οικονομική αστάθεια είναι μέρος της δουλειάς.
»Μετά γνωρίστηκα με τον νεοφιλελευθερισμό. Χωρίς ΣΣΕ, τι να διεκδικήσεις; Η αγορά καθορίζει την τιμή. Με τόση ανεργία, λοιπόν, οι τιμές έπεσαν στο επίπεδο ενός καλού φιλοδωρήματος. Και δεν είναι μόνο η ανεργία, ο καλλιτέχνης θέλει να πατήσει στη σκηνή, ποια αγορά δεν θα εκμεταλλευόταν αυτή την ανάγκη; Εβλεπες παντού αγγελίες για εθελοντές. Και πάντα έβρισκαν.
»Ταυτόχρονα μας επέβαλλαν έναν άλλον, ακούσιο εθελοντισμό: το Μέγαρο μας χρωστάει από το 2012. Η Λυρική χρωστάει έως κι έναν χρόνο στους εξωτερικούς της συνεργάτες (εξαιρούνται οι ξένοι κι ελάχιστοι Ελληνες...), για τους δήμους να μη μιλήσω καλύτερα.
»Οταν είμαι στις καλές μου, το παίρνω χαλαρά: η μποέμικη ζωή του καλλιτέχνη δικαιώνεται μέσα από την αφραγκία. Μετά, όμως, γυρίζω σπίτι και βλέπω έναν λογαριασμό, η μικρή θέλει λεφτά για την εκδρομή του σχολείου και η μποέμικη ελευθερία εξαερώνεται μέσα στον καταναγκασμό της αναγκαιότητας. Αδιέξοδο».
•Το φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας πλήττει κυρίως τον κλάδο του τουρισμού και επισιτισμού, της καθαριότητας, των εταιρειών φύλαξης, τον χώρο των ΜΜΕ (εφημερίδες-ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί), τις ιδιωτικές κλινικές, τη ναυτιλία, τις κατασκευές, το λιανεμπόριο.
Πρόκειται για τους ίδιους κλάδους που εμφανίζουν θλιβερή πρωτιά στην παραβατικότητα της εργατικής νομοθεσίας, ενώ ταυτόχρονα υπέστησαν τις μεγαλύτερες μειώσεις στις κατώτατες συμβατικές πραγματικές αποδοχές τους.
2/3 επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
550.000 εταιρείες (μικρομεσαίες και μεγάλες) πληρώνουν με έναντι, καταγράφοντας καθυστέρηση στην καταβολή των δεδουλευμένων τους από έναν έως και... 24 μήνες!
200% αυξήθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που πληρώνουν με έναντι από το 2012 μέχρι σήμερα!
2014 χρονιά-ορόσημο, καθώς διπλασιάστηκαν τόσο ο αριθμός των εργαζομένων όσο και οι μήνες στην καθυστέρηση πληρωμής.
1.000.000 εργαζόμενοι δεν πληρώνονται επίδομα άδειας, χιλιάδες εργαζόμενοι πληρώνονται το δώρο Χριστουγέννων ή Πάσχα σε είδος (κουπόνια για τρόφιμα ή καύσιμα).
1.000.000 είναι οι «αόρατοι»: εργάζονται ανασφάλιστοι ή εργάζονται ως μισθωτοί, αλλά αμείβονται με μπλοκάκι ελεύθερου επαγγελματία ή εργάζονται με πλήρες ωράριο, δηλώνονται όμως ως μερικώς απασχολούμενοι.
•Στοιχεία από τη μελέτη «Η απλήρωτη εργασία στα χρόνια των Μνημονίων και της Κρίσης» της νομικού και επιστημονικής συνεργάτιδας της κ. Κούνεβα, Σοφίας Παπαοικονόμου
Ψυχολογικές επιπτώσεις
Απλήρωτη εργασία ή ένας «μικρός θάνατος»;
Τι είναι αυτό που οδηγεί τους εργαζομένους να αποδέχονται μια τέτοια ταπεινωτική κι αβίωτη συνθήκη; «Οι μακροχρόνια απλήρωτοι εργαζόμενοι είναι πολύ επιφυλακτικοί, ακόμη και να ασκήσουν τα ελάχιστα δικαιώματα που τους δίνει η εργατική νομοθεσία», μας λέει η Μαργετίνα Στεφανάτου.«Προτιμούν να διατηρούν μια “δουλειά”, όπου δεν εισπράττουν τίποτα, παρά να πέσουν στη χοάνη της μακροχρόνιας ανεργίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις τελικά πτωχεύουν, οπότε και άνεργοι και απλήρωτοι παραμένουν».
Υπάρχουν κι άλλοι, βαθύτεροι λόγοι που εξηγούν την απλήρωτη εργασία, όπως μας εξηγεί η δρ Κοινωνικής Ψυχολογίας, Αλεξάνδρα Βασιλείου:
«Η εργασία υπηρετεί διαφορετικές ανθρώπινες ανάγκες ταυτόχρονα. Πρώτη μπορεί να μοιάζει η ανάγκη για επιβίωση, αλλά εξίσου σημαντική και η ανάγκη του ανθρώπου να νιώθει χρήσιμος και συνδεδεμένος με την κοινωνία. Αν χάσει τη δουλειά του, χάνει κι αυτή την αίσθηση αξίας και σύνδεσης. Χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν στον χώρο εργασίας τους απλήρωτοι, ακόμη κι όταν ξέρουν ότι οι πιθανότητες να πληρωθούν τα δεδουλευμένα τους είναι απειροελάχιστες έως μηδενικές.
»Αυτό συνδέεται άμεσα με την ανεργία, άρα και με την απώλεια ελπίδας ότι θα βρουν κάτι καλύτερο. Καλύτερα εν ενεργεία και απλήρωτος, παρά αφημένος στην απελπισία της ανεργίας. Καλύτερα “έξω στον κόσμο” κι ενεργός, παρά στο σπίτι μόνος κι απελπισμένος. Από τη μια, ο φόβος για την απελπισία της ανεργίας, από την άλλη η ματαίωση γύρω από κοινωνικούς αγώνες, ότι μπορεί να είναι έστω και ελάχιστα αποτελεσματικοί. Αυτά δημιουργούν ψυχολογική παράλυση.
»Μένοντας απλήρωτος, ο εργαζόμενος αποδέχεται εργασιακές συνθήκες που δεν φανταζόμασταν πριν από λίγα χρόνια, αλλά κι ελπίζει για κάτι που δεν υπάρχει πια. Αν εγκαταλείψει την απλήρωτη εργασία, έχει να αντιμετωπίσει έναν μικρό θάνατο. Εχει να αποδεχτεί την ήττα στον αγώνα για εργασιακή αξιοπρέπεια και να αναθεωρήσει την πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζει.
»Χρειάζεται να αναρωτηθεί: Τι μου δίνει αξία, πώς εξασφαλίζω την επιβίωσή μου, πώς συνδέομαι με τον κόσμο γύρω μου. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δίνονται προσωπικά και συλλογικά, όταν αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ζούμε και τον τρόπο με τον οποίο η ζωή, εμείς και οι άλλοι αποκτούμε αξία».
Οι δύο (αδιέξοδοι) δρόμοι για τη διεκδίκηση του αυτονόητου
Αοπλοι οι εργαζόμενοι στον εργοδοτικό παράδεισο
Τι γίνεται, όταν οι εργαζόμενοι αποφασίσουν να διεκδικήσουν το αυτονόητο; Οι δρόμοι που έχουν, για να αντιδράσουν, είναι δύο: ο συνδικαλιστικός και ο νομικός. Αλλοτε επιλέγουν μόνο τον έναν, άλλοτε και τους δύο μαζί ταυτόχρονα. Δυστυχώς, με δεδομένο τον εργοδοτικό παράδεισο που δημιούργησαν τα μνημόνια, σε ελάχιστες περιπτώσεις οι μάχες είναι νικηφόρες.Το πρώτο βήμα που κάνει ένας απλήρωτος εργαζόμενος είναι ή να καταφύγει στο σωματείο του ή να προσφύγει στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Το πώς θα αντιδράσει το σωματείο του εξαρτάται από το πόσο μαχητικό κι αποτελεσματικό είναι (τα παραδείγματα ποικίλλουν όσο και τα σωματεία, αν και ο μαχόμενος κι αποτελεσματικός συνδικαλισμός είναι μάλλον είδος σπάνιο και εν ανεπαρκεία).
Οι καταγγελίες στην Επιθεώρηση Εργασίας για καθυστέρηση ή μη καταβολή δεδουλευμένων από το 2008 έως το τέλος του 2013 αυξήθηκαν κατά 56%.
Σήμερα έξι στις δέκα καταγγελίες είναι από απλήρωτους. Το 2014 ερευνήθηκαν από το ΣΕΠΕ συνολικά 13.840 υποθέσεις μπαταχτσήδων εργοδοτών: 6.700 επιλύθηκαν, χωρίς να καταλήξουν στα δικαστήρια, κι οι εργοδότες πλήρωσαν συνολικά 15 εκατ. ευρώ.
Τα νούμερα αποδίδουν την πραγματική εικόνα; Μάλλον όχι, όπως μας εξηγεί η Μαρίλη Ζαλαώρα:
«Οι Επιθεωρήσεις Εργασίας αδυνατούν να βοηθήσουν ουσιαστικά τον εργαζόμενο, όπου τις περισσότερες φορές το μόνο κέρδος που αποκομίζει από την καταγγελία του είναι μια ανώφελη και αδιέξοδη στοχοποίηση. Ετσι, οι περισσότεροι απλήρωτοι αρνούνται πεισματικά να απευθυνθούν στις Επιθεωρήσεις Εργασίας ή τη Δικαιοσύνη, αντίθετα αποδέχονται με ακατανόητη (;) μοιρολατρία να ζουν με την ελπίδα ότι κάποτε η κατάσταση θα διορθωθεί.
»Η καθημερινή επαφή μας στο Κέντρο Πληροφόρησης της ΓΣΕΕ με τους απλήρωτους εργαζομένους δεν μας επιτρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Προσπαθώντας να βοηθήσουμε κυρίως στην ψυχολογική υποστήριξή τους κι αμήχανοι απέναντι στο μέγεθος του προβλήματος, αναρωτιόμαστε πόσο ουτοπικό είναι πλέον να επιμένουμε στο στερεοτυπικά χιλιοειπωμένο ευχολόγιο ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί θα πρέπει επιτέλους να κάνουν σωστά τη δουλειά τους».
Η ολομέτωπη επίθεση που δέχεται ο κόσμος της εργασίας αντανακλάται και στις δικαστικές διεκδικήσεις των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, όπως μας εξηγεί η νομικός Ευαγγελία Κουβέλη:
«Σήμερα κύρια διεκδίκηση αποτελεί το άλλοτε αυτονόητο: η καταβολή του μισθού για την προσφερόμενη εργασία. Το πλέγμα διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας προστατεύει θεωρητικά τους αναρίθμητους πλέον απλήρωτους εργαζομένους, οι οποίοι -εγκλωβισμένοι- εξακολουθούν να εργάζονται με την προσδοκία πληρωμής και την ελπίδα της μη απώλειας των κεκτημένων.
»Στην πράξη η θετική δικαστική έκβαση της “προσωπικής υπόθεσης” του εργαζομένου δεν συνιστά λύση του προβλήματος, καθώς αυτή συνοδεύεται από πολυδάπανη και μακρόχρονη μάχη για την είσπραξη των μισθών, αναζήτηση τρόπου εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης σε βάρος του πρώην εργοδότη και, συνήθως, αδυναμία είσπραξης.
»Πώς άλλωστε να καταφέρει να εισπράξει από έναν πρώην εργοδότη, ο οποίος είτε δεν δύναται να καταβάλει είτε οχυρώνεται πίσω από το “δικό του προστατευτικό νομικό πλέγμα”; Οταν οι εργοδότες είχαν κέρδη, ξεχνούσαν τους εργαζομένους. Σήμερα τους ζητούν να μοιραστούν τη ζημιά».
«Αυτονόητη συνέπεια»
Ο Αποστόλης Καψάλης είναι επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΙΝΕ/ΓΣΕΕ. Στην πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς ανέλαβε ειδικός γραμματέας στο τιμόνι του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και παραιτήθηκε αμέσως μετά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου.Η εμπειρία του κάνει τη μαρτυρία του εξαιρετικά σημαντική:
«Το φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές εκφάνσεις της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας και ταυτόχρονα μια αυτονόητη συνέπεια της καταστροφικής επίδρασης της ύφεσης και των μνημονιακών πολιτικών στην ελληνική οικονομία.
»Η διαπίστωση και ο κολασμός τέτοιων παραβατικών συμπεριφορών σε ελάχιστες περιπτώσεις μπορούν, εν τέλει, να αποβούν προς όφελος του αδύναμου πόλου της εργασιακής σχέσης. Οι διαστάσεις και η διακλαδικότητα του φαινομένου απαιτούν τη συμπερίληψη της αντιμετώπισής του στο πλαίσιο μιας εθνικής στρατηγικής επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας, με έμφαση στην προστασία/εξακολούθηση της απασχόλησης μέσα από σχήματα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, εργατικής-συνεργατικής επιχειρηματικής δραστηριότητας και πολιτικής αμφισβήτησης, τόσο του διευθυντικού δικαιώματος όσο και της απόλυτης προστασίας της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής».
ΠΗΓΗ: Η Εφημερίδα των Συντακτών